Πώς ξεκίνησε η ιδέα για το Open Farm;
Π.Π.: Πρόκειται για μια ιδέα που προέκυψε το 2019 όταν διαπιστώσαμε το ενδιαφέρον μαθητών αλλά και κατοίκων των μεγάλων πόλεων για θέματα διατροφής, υγείας και περιβάλλοντος. Το κοινό αυτό ήθελε να μάθει σχετικά με την προέλευση της τροφής και τους παραγωγούς. Εγώ διέθετα προηγούμενη εμπειρία στον τομέα της πιστοποίησης αγροκτημάτων και έτσι ξεκίνησε το Open Farm.
Αρχικά, χαρτογραφήσαμε σχετικές προσπάθειες σε όλη την Ελλάδα και τις αναρτήσαμε στην ιστοσελίδα openfarm.gr. Σε αντίθεση με τον αγροτουρισμό, που θεωρεί προϋπόθεση την ύπαρξη καταλύματος στο αγρόκτημα, εμείς θελήσαμε να διευρύνουμε και να συμπεριλάβουμε παραγωγούς μαζί με τους οποίους ο ενδιαφερόμενος μπορεί να μαζέψει τα προϊόντα, να συμμετάσχει σε ένα εργαστήριο, σε μια γευσιγνωσία ή σε μία ξενάγηση. Στόχος μας ήταν να αναδείξουμε τα αγροκτήματα που είναι ανοικτά στον επισκέπτη.
Ξεκινήσαμε λοιπόν μια σειρά από εκδρομές το 2019. Πήγαμε να αρμέξουμε κατσικάκια και είδαμε πώς γίνεται το τυρί, μαζέψαμε φράουλες, κάναμε εργαστήρια με βότανα στον Ταϋγετο. Μετά, εγκαινιάσαμε τον θεσμό των Open Farm Days ο οποίος θέλουμε να γίνεται τέσσερις φορές τον χρόνο. Κατά τις μέρες αυτές, τα αγροκτήματα του δικτύου υποδέχονται το κοινό στους χώρους τους. Τα επόμενα Open Farm Days είναι προγραμματισμένα για τις 24 και 25 Σεπτεμβρίου.
Ποια η δυναμική των επισκέψιμων αγροκτημάτων;
Π.Π.: Ξεκινήσαμε με 50 αγροκτήματα το 2019. Σήμερα, το δίκτυο αριθμεί γύρω στα 300 και, από την εμπειρία μας, πιστεύουμε ότι υπάρχουν τουλάχιστον χίλιες μονάδες ακόμα που μπορούν να ενταχθούν. Η Ελλάδα έχει υπέροχη ύπαιθρο και εξαιρετική γαστρονομία. Αυτό το λένε πλέον και μεγάλοι τουριστικοί πράκτορες. Δεν είναι τυχαίο το ότι ο οδηγός Lonely Planet ξεχώρισε πέρσι την Ελλάδα ως βιώσιμο διατροφικό προορισμό. Κι ενώ οι ξένοι έρχονται για την Ελλάδα για τη θάλασσα και την ιστορία της, φεύγοντας βαθμολογούν ψηλά το φαγητό που δοκίμασαν. Πρέπει να καταλάβουμε ότι το φαγητό συνδέεται με την ύπαιθρο και τους παραγωγούς και ότι αξίζει τον τομέα αυτόν να τον αναδείξουμε τουριστικά. Η σύνδεση του πρωτογενή με τον τριτογενή τομέα είναι αυτό ακριβώς που προσπαθούμε να κάνουμε κι εμείς.
Συνεργαζόμαστε με τουριστικούς πράκτορες του εξωτερικού και αναλαμβάνουμε την επιμέλεια διαδρομών και επισκέψεων αγροκτημάτων.
Στη Σαντορίνη, είναι έντονη η ζήτηση για επισκέψεις παραγωγών φάβας και ντομάτας και θεωρώ ότι αυτό είναι ενδεικτικό της ανάπτυξης που θα ακολουθήσει και σε άλλες περιοχές της Ελλάδας. Η Κρήτη και η Μάνη είναι επίσης πολύ μπροστά και πολλά ξενοδοχεία συνδέονται με αγροκτήματα και σχετικές μονάδες.
Σε θεσμικό επίπεδο βέβαια, αν και συζητάμε για τον εναλλακτικό τουρισμό εδώ και πολλά χρόνια, νομοθετικά θα μπορούσαν να γίνουν πολλά πράγματα για να διευκολυνθούν οι σχετικές επενδύσεις.
Ποιες είναι κάποιες από τις εμπειρίες σε αγροκτήματα που θα ξεχωρίζατε;
Π.Π.: Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει πάντα η επαφή με τα ζώα. Όποτε οργανώσαμε επίσκεψη σε φάρμα με κατσικάκια και προβατάκια, το κοινό έφευγε ενθουσιασμένο. Ενδιαφέρον έχει επίσης η συμμετοχή στη διαδικασία της συλλογής προϊόντων -είτε αφορά το σταφύλι, είτε την φράουλα, είτε ακόμα και το σιτάρι. Ό,τι έχει βιωματική δράση, παρουσιάζει εντονότερο ενδιαφέρον απ’ ότι μια θεωρία. Ακόμα και στα μελισσοκομία, όταν ερχόμαστε σε επαφή με την κυψέλη, είναι πολύ πιο ενδιαφέρον για το κοινό.
Ποια τα επόμενά σας βήματα;
Π.Π.: Ετοιμάζουμε για τον Σεπτέμβριο το Open Farm Agora, έναν χώρο στη λαχαναγορά του Ρέντη, όπου θα στεγάζονται τα γραφεία μας και μια έκθεση προϊόντων των παραγωγών του δικτύου. Παράλληλα, θα μας επισκέπτονται παραγωγοί και θα γίνονται εργαστήρια για βότανα, φαρμακευτικά φυτά, μέλι, λάδι και άλλα προϊόντα, με αναφορά στις περιοχές όπου παράγονται.